Ξέρω! Είναι κάπως αργά...
Ξέρω! Είναι κάπως αργά...

«Ίσως τις μελαγχολικότερες ιστορίες τις λέμε
μόνοι μας τα βράδια,
για να βαστάμε τον θάνατο των άλλων
και την μοναξιά τους.
Και σαν πλαγιάζουμε έχουμε πάντοτε
το χέρι μας ξεσκέπαστο
γιατί...
για φαντάσου να έρθουνε όλοι οι λυπημένοι
τη νύχτα και να μην βρουν
ούτε ένα χέρι για να κρατηθούν!

 
Κορίτσι Των Σκοτεινών Δασών
Κορίτσι Των Σκοτεινών Δασών

«Κόψε λίγη από τη νυχτιά
σου να ‘χω να σε ποθώ τα βράδια,
σε υπνώδες αγναντεύσεις της αφής

θα ‘ρθω να ξαποστάσω
σ’ εσένα που θεϊκά υπήρξαν
τα καλέσματά σου
χωρίς να το θελήσεις.

(Γι’ αυτό σου λέγω)
οι ομορφότερες ιστορίες
άθελά μας υφίστανται».

 
Λόγια ελπίδας
Λόγια ελπίδας

«...σε όσους έμαθαν / από τον πόνο ελπίδα να ποιούν...»
Ένα βιβλίο αφιερωμένο και γραμμένο από άτομα
με σκλήρυνση κατά πλάκας.
Μια συλλογική προσπάθεια που
συγκεφαλαιώνει το πείσμα και την
ανάγκη όλων μας να υπάρξουμε
"τέλειοι" μέσα σε κάθε πεδίο
συνένωσής με τον άλλον.

 
Τα λόγια Σου σαν μέλι
Τα λόγια Σου σαν μέλι

Σχολιασμός των Ψαλμών του Δαβίδ
από 20 συγγραφείς (ψυχίατροι,
ψυχολόγοι, λογοτέχνες
και θεολόγοι) με σκοπό την
ανάδειξη της ουσιώδης σημασίας
των βιβλικών κειμένων και των
καταπραϋντικής τους συμβολή
στην σύγχρονη εποχή της
κατάθλιψης και τους άγχους.

 

...απότομες γωνίες σε αιχμηρά γυρίσματα γλώσσας...

ΕργογραφίαΠεριοδικά
περιοδικό γραμμάτων και τεχνών Βακχικόν τεύχος 18ο
περιοδικό γραμμάτων και τεχνών Βακχικόν τεύχος 18ο
Τακτική στήλη "εξ αφορμής IX" / τεύχος 18ο
"Ποια κλειστή θάλασσα μας ταξιδεύει ακόμη;"

Σκηνή θολή σε θαμπό ορίζοντα που δεν σώνει το μπλε της θάλασσας. Γίνεται ένα το κάδρο μαζί με τις φιγούρες, τελικός παρανομαστής στο χλωμό φως ενός αρρωστημένου ήλιου που φωτίζει μια κλειστή θάλασσα. Και ένας χειμώνας πεισματικά να καθυστερεί την άνοιξη. «"Αυτός ο αγέρας φέρνει στο νου την άνοιξη” έλεγε η / φίληπερπατώντας στο πλευρό μου κοιτάζοντας μακριά την / άνοιξηπου έπεσε ξαφνικά το χειμώνα κοντά στην κλειστή / θάλασσα.Τόσο απροσδόκητα. Πέρασαν τόσα χρόνια. Πώς θα  / πεθάνουμε;» Τα πιο μεγάλα ερωτήματα μάθαμε να τα κάνουμε τις πιο μικρές στιγμές, τις πιο μεγάλες αλήθειες ακόμη τις ψάχνουμε ανάμεσα σε θραύσματα λανθασμένων κινήσεων και ψεύτικων υποσχέσεων. Μάθαμε να κολυμπάμε σε κλειστές θάλασσες και θαρρώ λησμονήσαμε το ατέλευτο του ουρανού που την σκεπάζει. Μάθαμε να ανοίγουμε περισσότερο τα μάτια μας για να βλέπουμε στο σκοτάδι παρά να κινήσουμε προς το παράθυρο, να ανοίξουμε τα παντζούρια, να μπει μέσα το φως. Και κάπου εκεί, ανάμεσα σε θραύσματα, σκοτάδια και απραξία, χάσαμε τη μορφή μας. «Όπως τα πεύκακρατούνε τη μορφή του αγέραενώ ο αγέρας έφυγε, δεν είναι εκείΤο ίδιο τα λόγιαφυλάγουν τη μορφή του ανθρώπουκι ο άνθρωπος έφυγε, δεν είναι εκεί.»Μένουν τα χέρια σε θαμπό σώμα να ψηλαφούν τη μορφή που δεν υπάρχει. Και η θολή σκηνή της ζωής να συνέχει κάθε θέαση που σκοντάφτει στο πρώτο κύμα μιας κλειστής θάλασσας. Κάπου εκεί είναι κι όσοι μας αγαπάνε, να μας πάρουν από το χέρι να μας δείξουν ό,τι μέχρι τώρα δεν έχουμε δει. Να μας πάνε παραπάνω από την κλειστή θάλασσα και το ατέλειωτο δειλινό. «Βαρέθηκα το δειλινό, πάμε στο σπίτι μας πάμε στο σπίτι μας ν’άναψουμε φως»Μια μικρή κλειστή θάλασσα μας ταξιδεύει πάντα. Μια μικρή κλειστή θάλασσα κουβαλάμε πάντα μέσα μας. Κι όσο και να κολυμπάμε προς άγνωστη κατεύθυνση σε απάτητα νερά, όσο και αν αφύσικη μας μοιάζει η καθυστέρηση της άνοιξης, όσο κι αν περιοριστικός ο ορίζοντας φαντάζει στο βλέμμα μας, πάντα θα σηκώνουμε το χέρι μας να δείχνουμε στο μακριά… επειδή τελικά κάθε άνθρωπος, -όσο και χωρίς μορφή- κατά βάθος είναι «ζήτημα φωτός»